Το Μέλλον στις Υπηρεσίες Ασφαλείας - TRUST FS A.E.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ TRUST FS

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ TRUST FS

 

  1. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ- ΓΕΝΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ
  • Άρθρο 1 – Σκοπός – Περιεχόμενο του Κανονισμού

Σκοπός του παρόντος  Εσωτερικού Κανονισμού Εργασίας είναι η ρύθμιση των εργασιακών σχέσεων με βάση την αρχή της ισότητας και της διαφάνειας για την ομαλή και αποδοτική λειτουργία των προσφερόμενων υπηρεσιών της εταιρείας «TRUST FACILITY SERVISES ΑΕ», (εφεξής η Εταιρεία) και την προαγωγή του κοινού συμφέροντος της Εταιρείας και των εργαζομένων σε αυτήν.

Περιεχόμενο του Κανονισμού είναι η ρύθμιση των εργασιακών σχέσεων στην ως άνω εταιρεία και αναλυτικά:

  1. Τους όρους πρόσληψης
  2. Τη διάρκεια της σύμβασης εργασίας και γενικά τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των εργαζομένων της εταιρείας.
  3. Τη λύση της σύμβασης εργασίας
  4. Τα πειθαρχικά παραπτώματα και τις ποινές
  5. Τη διαδικασία και τα όργανα του πειθαρχικού ελέγχου

Ο Κανονισμός αυτός καταρτίστηκε σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Μετά την κατάρτισή του, ο Κανονισμός αυτός με φροντίδα της Διοίκησης της Εταιρείας διανέμεται σε όλο το προσωπικό και στους νεοπροσλαμβανόμενους χορηγείται με την υπογραφή της σύμβασης εργασίας, οι οποίοι δηλώνουν εγγράφως ότι αποδέχονται το περιεχόμενό του, το οποίο συμπληρώνει την ατομική τους σύμβαση.

Κάθε εργαζόμενος που υπάγεται σε αυτόν τον κανονισμό έχει δικαίωμα και καθήκον, πέρα από τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από τις διατάξεις του, να συμβάλλει στην ακριβή τήρησή του, για την καλή λειτουργία των διαδικασιών και των οργάνων που θεσπίζει.

 

  • Άρθρο 2 – Πεδίο Εφαρμογής

Στους όρους του Κανονισμού αυτού υπάγονται όλοι οι εργαζόμενοι της Εταιρείας, που  απασχολούνται με σύμβαση  εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου ή ορισμένου χρόνου καθώς και οι εργαζόμενοι υπό δοκιμή.

Στον Κανονισμό αυτόν δεν  υπάγονται:

Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου πλην εκείνων που έχουν τυχόν  και την ιδιότητα  του εργαζόμενου,

Ο Διευθύνων Σύμβουλος ,

Τα διευθυντικά στελέχη-πρόσωπα εμπιστοσύνης,

Οι απασχολούμενοι ως ειδικοί σύμβουλοι και οι συνεργάτες της εταιρείας

Οι Νομικοί Σύμβουλοι και οι Δικηγόροι .

Οι διατάξεις του παρόντος Κανονισμού εφαρμόζονται μόνο εφόσον δεν έρχονται σε αντίθεση με  τις εκάστοτε ισχύουσες Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, τις οικείες Διαιτητικές και Υπουργικές Αποφάσεις και την εν γένει ισχύουσα εργατική νομοθεσία.

 

  • Άρθρο 3 – Ανάρτηση του Κανονισμού- Γενικότερα θέματα

H Εταιρεία με τη συνδρομή των οργάνων και των διευθυντικών στελεχών της , μεριμνά για την εφαρμογή του Κανονισμού αυτού και λαμβάνει κάθε αναγκαίο μέτρο για τον σκοπό αυτόν.

Η Εταιρεία με εντολές, ανακοινώσεις και υπηρεσιακά σημειώματα  των οργάνων και διευθυντικών στελεχών της, εξειδικεύει και  καθορίζει τις λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος Κανονισμού με τρόπο που να μην αλλοιώνεται και παραποιείται το πνεύμα του Κανονισμού. Οι εντολές, ανακοινώσεις , υπηρεσιακά σημειώματα  κ.α. δύναται να κοινοποιούνται μέσω όλων των ηλεκτρονικών και μη μέσων που χρησιμοποιεί η Εταιρία ή σκοπεύει να χρησιμοποιήσει.

Με την υπογραφή του και  την θέση του σε ισχύ, ο Κανονισμός αυτός αναρτάται  στον πίνακα ανακοινώσεων της Εταιρίας  σε εμφανές σημείο του τόπου εργασίας, όπου είναι εφικτή η πρόσβαση όλων των εργαζομένων και η γνώση του περιεχομένου του.  Κάθε  εργαζόμενος δικαιούται να λάβει αντίγραφο του Κανονισμού.

Ουδείς εργαζόμενος  δικαιούται να επικαλείται άγνοια του Κανονισμού αυτού, τον οποίον υποχρεούται να τηρεί όπως  να τηρεί επίσης και τις σχετικές  εντολές, τα  υπηρεσιακά σημειώματα , τις ανακοινώσεις κ.α , που  γνωστοποιούνται με τους τρόπους που αναφέρθηκαν  στην παρ.2 του παρόντος άρθρου και ισχύουν για  το προσωπικό στο οποίο αφορούν.

Για ό,τι δεν προβλέπεται ρητά στον παρόντα Κανονισμό  εφαρμόζεται η ισχύουσα εργατική νομοθεσία.

 

  • Άρθρο 4 – Εργασιακή Σχέση

Όλο το προσωπικό, που υπάγεται στον παρόντα  Κανονισμό  συνδέεται με την Εταιρεία με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου.

Η Ατομική Σύμβαση εργασίας κάθε εργαζόμενου καταρτίζεται εγγράφως και περιέχει τα στοιχεία που προβλέπονται στο Π. Δ. 156/1994.

Η καταβολή των αποδοχών του εργαζόμενου αρχίζει από την ημέρα ανάληψης των καθηκόντων του, η οποία πιστοποιείται με έγγραφο που υπογράφεται από τον αρμόδιο υπάλληλο της εταιρίας και τον εργαζόμενο.

Η σύμβαση εργασίας είναι άκυρη, αν διαπιστωθεί ότι ο προσλαμβανόμενος δεν είχε τα τυπικά προσόντα της θέσης για την οποία προσλήφθηκε.

 

 

  1. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ–ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ / ΠΡΟΣΛΗΨΗ
    • Άρθρο 5 – Πρόσληψη- Ανάθεση καθηκόντων

Ουδείς προσλαμβάνεται στην Εταιρία , εάν δεν πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτεί ο ν. 2518/1997 (Α΄.- 164)  όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με τον ν. 3707/2008 (Α΄.- 129 )  και όπως εκάστοτε ισχύει για το προσωπικό που εργάζεται σε επιχειρήσεις  παροχής ασφαλείας, πλην των περιπτώσεων εκείνων  για τις οποίες ο νόμος  εισάγει αποκλίσεις από τις προϋποθέσεις αυτές.

Το προσωπικό προσλαμβάνεται για την κάλυψη των εκάστοτε αναγκών της επιχείρησης. Πριν από κάθε νέα πρόσληψη  εξετάζεται η δυνατότητα πλήρωσης της προς κάλυψη θέσης από ήδη εργαζόμενους στην Εταιρία  με αλλαγή της θέσης εργασίας τους που γίνεται με την σύμφωνη γνώμη αυτών.

Η πρόσληψη γίνεται με την κατάρτιση σύμβασης εξαρτημένης εργασίας και σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες σχετικές διατάξεις. Το προσωπικό που προσλαμβάνεται για να καλύψει πρόσκαιρες και επείγουσες ανάγκες της Εταιρείας ή για εκτέλεση συγκεκριμένου έργου συνδέεται με αυτήν  με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, που λήγει αυτοδίκαια με τη λήξη της διάρκειάς της, χωρίς καμία πρόσθετη διατύπωση και χωρίς την καταβολή της αποζημίωσης απόλυσης. Δικαίωμα πρόωρης λύσης της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου υφίσταται μόνο με την προϋπόθεση της εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 40 του ν. 3986/2011  – αυτοδίκαιη μετατροπή της συμβάσεως κατά την ημερομηνία της καταγγελίας σε αορίστου χρόνου.

Η σύμβαση εργασίας είναι έγγραφη, υπογράφεται από τον νόμιμο εκπρόσωπο της Εταιρείας ή το εξουσιοδοτημένο από αυτόν πρόσωπο   και από  τον εργαζόμενο και  περιέχει τους ουσιώδεις όρους εργασίας σύμφωνα με τα οριζόμενα στο ΠΔ 156/1994 και   αναφέρει:

  • το ονοματεπώνυμο του εργαζομένου, τον αριθμό της αστυνομικής ταυτότητας και τη διεύθυνση κατοικίας του,
  • την επαγγελματική ειδικότητα
  • τις μηνιαίες τακτικές αποδοχές ή τον τρόπο υπολογισμού τους με συγκεκριμένη αναφορά στην ισχύουσα συλλογική σύμβαση εργασίας ή στον κατώτατο νόμιμο νομοθετημένο μισθό ή στην σχετική συμφωνία (συμφωνημένος μισθός),
  • την ημερομηνία υπογραφής της σύμβασης εργασίας,
  • την διάρκεια της εργασιακής σχέσης και την υπαγωγή του εργαζόμενου στον Κανονισμό αυτό.

Για την κατάρτιση της σύμβασης εργασίας ο εργαζόμενος καλείται να προσέλθει στο αρμόδιο γραφείο Προσωπικού για την υπογραφή της σύμβασής του και την ανάληψη των καθηκόντων του στην αναγραφόμενη σε αυτήν (τη σύμβαση) ημερομηνία.

Οι θέσεις εργασίας, οι κατηγορίες προσωπικού , τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες  κάθε θέσης εργασίας , τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα  που απαιτεί η κατάληψη κάθε μίας και γενικά όλα τα σχετικά με την οργάνωση της λειτουργίας της Εταιρείας  καθορίζονται μέσα στα πλαίσια του νόμου , από το Διοικητικό Συμβούλιο  ή από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο ή από τους αρμόδιους Διευθυντές της Εταιρείας.

Το προσωπικό υπάγεται στις εκάστοτε ισχύουσες συλλογικές συμβάσεις εργασίας, εφόσον αυτές έχουν κηρυχθεί υποχρεωτικές ή δεσμεύουν την εταιρία  και σε κάθε περίπτωση στο νόμιμο νομοθετημένο μισθό/ημερομίσθιο(ν.4093/2012)

Η εταιρία  έχει  το δικαίωμα να διατηρεί αρχείο με μισθολογικά επίπεδα τα οποία διαμορφώνονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις της εταιρίας, την απόδοση των εργαζομένων καθώς και τον χρόνο απασχόλησης τους. Αυτό το δικαίωμα της εταιρίας δεν αποτελεί επ’ ουδενί στοιχείο διαχωρισμού του προσωπικού αναφορικά με συνδεδεμένα δικαιώματα και υποχρεώσεις.

Οι εργαζόμενοι  που απασχολούνται   στην Εταιρεία με πλήρες ωράριο απαγορεύονται να παρέχουν  εργασία και σε δεύτερο εργοδότη , σύμφωνα άλλωστε και με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 16 ΠΔ 27.6/4.7.1932

 

  • Άρθρο 6 – Προϋποθέσεις Πρόσληψης- Απαιτούμενα Πιστοποιητικά

Το προσωπικό που προσλαμβάνεται  πρέπει να έχει τις προβλεπόμενες προϋποθέσεις και τα απαιτούμενα γενικά ή ειδικά προσόντα που καθορίζονται κάθε φορά από την Εταιρεία ή το αρμόδιο προς τούτο στέλεχος της Εταιρίας ή απαιτούνται για τη συγκεκριμένη θέση ή απασχόληση.

Έγγραφα από τα οποία θα προκύπτουν ο αριθμός ταυτότητας, ο αριθμός φορολογικού μητρώου, η ακριβή διεύθυνση, ο  ΑΜΚΑ, ο ΑΜΑ,  στοιχεία τυχόν αντικλήτου (για οιεσδήποτε αναγκαίες επιδόσεις), ο αριθμός τηλεφώνου, η διεύθυνση και γενικά ό,τι άλλο εκ του νόμου απαιτείται για την νόμιμη απασχόληση και ασφάλιση του εργαζομένου.

Ψευδείς δηλώσεις ή δόλια απόκρυψη ή διαστρέβλωση στοιχείων κατά την πρόσληψη θεωρούνται σοβαρά παραπτώματα για τα οποία δικαιολογείται η καταγγελία της σύμβασης εργασίας, οποτεδήποτε και αν διαπιστωθούν και δη χωρίς την υποχρέωση καταβολής οιασδήποτε αποζημίωσης, με την προϋπόθεση της υποβολής μήνυσης πριν από την καταγγελία.

 

  • Άρθρο 7 – Μετακινήσεις προσωπικού

Η μετακίνηση κάθε εργαζομένου από μία θέση σε άλλη και η μεταβολή καθηκόντων γίνεται από την εταιρεία πέρα και ανεξάρτητα από τις σπουδές του, με γνώμονα και τις εμπειρίες και γνώσεις που θα αποκτήσει στη διάρκεια της εργασιακής του απασχόλησης, σε συνδυασμό με τις ανάγκες της εταιρείας και την εν γένει απόδοσή του και βέβαια πάντοτε μέσα στα πλαίσια της εκάστοτε ισχύουσας εργατικής νομοθεσίας και εφόσον οι ανωτέρω μετακινήσεις, τοποθετήσεις κλπ. δεν συνιστούν μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων της σύμβασης εργασίας του.

 

 

  1. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ – ΤΗΡΗΣΗ ΜΗΤΡΩΩΝ
    • Άρθρο 8 – Μητρώα Προσωπικού- Προσωπικά Στοιχεία Εργαζομένων

Για την ορθή και ενιαία εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Κανονισμού, το αρμόδιο γραφείο προσωπικού της εταιρίας υποχρεούται να τηρεί:

  1. Γενικό μητρώο προσωπικού (ηλεκτρονικό σύστημα μισθοδοσίας και φυσικό αρχείο) στο οποίο να γράφονται κατά σειρά πρόσληψης όλοι όσοι προσλαμβάνονται με οποιαδήποτε ειδικότητα και με οποιονδήποτε τρόπο.
  2. Ατομικό μητρώο προσωπικού στο οποίο καταχωρείται κάθε πληροφορία που αφορά την πρόσληψη, την προσωπική κατάσταση, καθώς και κάθε μεταβολή που πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια της εργασιακής ζωής του κάθε εργαζόμενου, όπως και κάθε στοιχείο που αφορά την εργασιακή του κατάσταση.

Το αρμόδιο γραφείο προσωπικού είναι υπεύθυνο για την τήρηση, ασφαλή φύλαξη και τη σχετική ενημέρωση με τα σχετικά στοιχεία των ανωτέρω μητρώων.

Το περιεχόμενο του ατομικού μητρώου κάθε εργαζόμενου είναι απολύτως προσωπικό και απόρρητο έναντι παντός τρίτου, εκτός από τον ίδιο τον εργαζόμενο, ο οποίος δικαιούται μετά την υποβολή σχετικής αίτησης να λαβαίνει γνώση αυτού.

Απαγορεύεται η καταχώριση στοιχείων στο μητρώο ή η τήρηση εγγράφων που αφορούν τις πολιτικές, θρησκευτικές, ή κομματικές πεποιθήσεις των εργαζομένων, καθώς και οποιαδήποτε δραστηριότητα άπτεται αυτών.

Το ατομικό μητρώο προσωπικού περιλαμβάνει ιδίως στοιχεία της ταυτότητας του υπαλλήλου και της οικογενειακής κατάστασης αυτού, τα οποία πιστοποιούνται με αντίστοιχα έγγραφα (π.χ. ληξιαρχικές πράξεις γέννησης, γάμου, γέννησης τέκνων), τίτλους σπουδών, επιμόρφωσης κ.λ.π, πιστοποιητικά προϋπηρεσίας, στοιχεία που αφορούν την εργασιακή εξέλιξη του εργαζόμενου, τις τυχόν επιβληθείσες ποινές, τις άδειες κάθε φύσης που έχουν χορηγηθεί στον εργαζόμενο (κανονικές, αναρρωτικές, γονικές, μητρότητας κ.λ.π) κ.α

Το προσωπικό οφείλει να δηλώνει, επί αποδείξει, εντός δεκαπέντε (15) ημερών κάθε μεταβολή των προϋποθέσεων πρόσληψής του, καθώς και κάθε μεταβολή της προσωπικής ή οικογενειακής του κατάστασης, προσκομίζοντας εγκαίρως και τα αντίστοιχα  έγγραφα από τα οποία πιστοποιείται η μεταβολή, σε περίπτωση  που τα ανωτέρω στοιχεία επηρεάζουν την μισθολογική κατάσταση του εργαζόμενου .

Οποιαδήποτε μισθολογική αξίωση του μισθωτού που στηρίζεται στη μεταβολή των ανωτέρω στοιχείων και προβλέπεται από τις ισχύουσες διατάξεις γεννάται από την ημέρα προσκόμισης των στοιχειών. Σε περίπτωση παράλειψης του εργαζόμενου να γνωστοποιήσει στην εταιρία μεταβολή που θεμελιώνει μισθολογική αξίωση, δεν γεννάται καμία μισθολογική αξίωση.

Το προσωπικό πρέπει να γνωστοποιεί αμέσως στο αρμόδιο γραφείο προσωπικού κάθε αλλαγή διεύθυνσης της κατοικίας του και τον αριθμό τηλεφώνου του.

Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου ή του  Διευθύνοντα Συμβούλου ή των εξουσιοδοτημένων οργάνων του , καθορίζεται κάθε λεπτομέρεια σχετικά με τη μορφή και τον τρόπο τήρησης του ατομικού μητρώου προσωπικού και τη διαδικασία χορήγησης στοιχείων από αυτό στους δικαιούχους. Τα  προσωπικά δεδομένα του θα διαγραφούν με την πάροδο της νόμιμης περιόδου διατήρησης, και το αργότερο δέκα (10) έτη μετά τη λήξη της σύμβασης. Σε περιπτώσεις όπου η διατήρηση των προσωπικών δεδομένων του είναι απαραίτητη για την άσκηση ή την προστασία νόμιμων δικαιωμάτων της Εταιρείας ενώπιον δικαστικών ή άλλων αρχών που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία η ως άνω προθεσμία των 10 ετών παρατείνεται μέχρι το τέλος της περιόδου όπου τα δεδομένα αυτά δεν είναι πλέον αναγκαία για τους παραπάνω σκοπούς.

 

 

  1. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ – ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ
    • Άρθρο 9 – Καθήκοντα Προσωπικού – Γενικά

Οι εργαζόμενοι, με την επιφύλαξη των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας και των ατομικών συμβάσεων εργασίας, που υπογράφουν με την εταιρεία, υποχρεούνται να συμμορφώνονται πλήρως, με τις υποδείξεις και τις εντολές, εκτός αν είναι προδήλως παράνομες, των εντεταλμένων προς άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος προσώπων της εταιρείας και κάθε έγγραφη ή/και προφορική ενημέρωση από τα εντεταλμένα αυτά πρόσωπα προς το προσωπικό είναι απολύτως δεσμευτική.

  1. Ο φύλακας οφείλει να φέρει την προβλεπόμενη στολή ( μπουφάν, σακάκι, μπλούζα, πουκάμισο, παπούτσια) , να είναι ευπρεπώς ενδεδυμένος και να παρουσιάζει μία απόλυτα σοβαρή και επαγγελματική εικόνα. Να φορά πάντα το προβλεπόμενο αλεξίσφαιρο γιλέκο, να έχει πάντα μαζί του όλα τα προβλεπόμενα νομιμοποιητικά έγγραφα (πρωτότυπη Άδεια Εργασίας, αντίγραφο σύμβασης, Εταιρική ταυτότητα, Αστυνομική ταυτότητα, τον πίνακα προσωπικού), σφυρίχτρα, φακό, κινητό τηλέφωνο καθώς και τον προβλεπόμενο Εταιρικό Ασύρματο.
  2. Ο φύλακας να φέρει πάντα σε εμφανές σημείο την εταιρική ταυτότητα.
  3. Κατά την έναρξη και λήξη της υπηρεσίας ο κάθε φύλακας οφείλει να παραλαμβάνει και να παραδίδει τον χώρο φύλαξης σύμφωνα με τα προβλεπόμενα, τηρώντας και ενημερώνοντας τα Βιβλία Φύλαξης (Βιβλίο Εισερχομένων-Εξερχομένων, Βιβλίο Εκτάκτων Συμβάντων-Αναφορών) για ό,τι αφορά εγκαταστάσεις, προσωπικό, εξοπλισμό, ειδικές περιστάσεις, έκτακτα περιστατικά κλπ. αλλά και τους υπευθύνους σύμφωνα με το σχέδιο ασφαλείας.
  4. Κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας, ο φύλακας οφείλει να είναι σοβαρός, προσεκτικός, παρατηρητικός, αποτελεσματικός αλλά και ευγενικός προς τρίτους. Να κάνει σωστή χρήση του παρεχόμενου εξοπλισμού και να τον διατηρεί σε καλή και λειτουργική κατάσταση. Να κάνει σωστή χρήση και σύμφωνα με τις οδηγίες του ασυρμάτου, να χρησιμοποιεί πάντα το hands free και να επικοινωνεί με τους ορισμένους κωδικούς κλήσης (και όχι με ονόματα, και άλλους χαρακτηρισμούς).
  5. Να γνωρίζει τα καθήκοντά του και να είναι πάντα σε ετοιμότητα κατά το χρόνο της υπηρεσίας του.
  6. Κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας δεν προσκαλεί συγγενείς, φίλους, γνωστούς ή άλλους οι οποίοι δεν έχουν λόγο ή άδεια να παρευρίσκονται στο χώρο. Δεν χρησιμοποιεί ηλεκτρονικά μέσα ή άλλο για προσωπική χρήση ή διασκέδαση. Πριν αλλά και κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας δεν καταναλώνει οινοπνευματώδη ποτά ή άλλες σχετικές ουσίες.
  7. Δεν αποχωρεί από το σημείο φύλαξης εάν δεν καταφθάσει αντικαταστάτης, είναι απόλυτα εχέμυθος σε υπηρεσιακά θέματα, δε μεταφέρει πληροφορίες για το φυλασσόμενο χώρο ή τις δραστηριότητες οι οποίες λαμβάνουν χώρα, καθώς επίσης και για συναδέλφους, πελάτες, κλπ.
  8. Ελέγχει όλες τις εγκαταστάσεις, σύμφωνα με το σχέδιο-οδηγίες φύλαξης για ξεκλείδωτες θύρες – παράθυρα, φωτισμό, κλιματισμό, αναμμένα-ξεχασμένα τσιγάρα, διαρροή υδάτων – υγρών κλπ.
  9. Ενεργεί πάντα βάσει των οδηγιών του σχεδίου φύλαξης και εκτελεί την υπηρεσία τηρώντας καθολικά το ‘’ΤΙ’’ και το ‘’ΠΟΤΕ’’.
  10. Να εκτελεί με επιμέλεια την εργασία του, να προάγει και να προασπίζεται με ευσυνειδησία τα συμφέροντα της εταιρείας μέσα στο πλαίσιο των νόμων και των κανονισμών. Για κάθε αμφιβολία σχετικά με την ορθή εκτέλεση της οφείλει να ζητά έγκαιρα τη γνώμη των προϊσταμένων του.
  11. Να μην προβαίνει σε ενέργειες ή παραλείψεις που είναι αντίθετες με τα συμφέροντα και την εύρυθμη λειτουργία της εταιρείας ή επιζήμιες για το κοινωνικό σύνολο.
  12. Να μην χρησιμοποιεί με οποιονδήποτε τρόπο και χωρίς νόμιμο δικαίωμα αρχεία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας και τις προβλέψεις της πιστοποίησης ISO-27001-Ασφάλεια Πληροφοριών, που εφαρμόζει η εταιρεία.
  13. Να τηρεί εχεμύθεια για θέματα που σχετίζονται με την εργασία και τα καθήκοντα του τόσο κατά τη διάρκεια της απασχόλησης του όσο και μετά την τυχόν αποχώρηση του από την εταιρεία. Να τηρεί εχεμύθεια σχετικά με πληροφορίες ή γεγονότα που έρχονται σε γνώση του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του. Να μην ανακοινώνει σε κανένα και με κανένα τρόπο τόσο κατά τη διάρκεια, όσο και μετά την λήξη της σχέσης εργασίας, έγγραφα, στοιχεία, πληροφορίες κ.λπ. που έχουν σχέση με την δραστηριότητα της εταιρείας. Δεν επιτρέπεται η παροχή οποιασδήποτε πληροφορίας σε οποιονδήποτε τρίτο, χωρίς προηγούμενη άδεια του προϊσταμένου του, εκτός από εκείνες που ο εργαζόμενος είναι υποχρεωμένος να δίνει από τη φύση της εργασίας του.
  14. Να συμμορφώνεται με τις γραπτές και προφορικές υπηρεσιακές εντολές.
  15. Να προσέρχεται έγκαιρα στον τόπο εργασίας του για την ανάληψη της εργασίας του, τηρώντας πιστά το εκάστοτε εφαρμοζόμενο ωράριο εργασίας. Οποιαδήποτε μορφή υπερεργασίας ή υπερωριακής απασχόλησης εκάστου εργαζομένου για τον οποιονδήποτε λόγο θα επιτρέπεται και θα αναγνωρίζεται από την εταιρεία μόνον εφόσον υπάρχει προηγούμενη γραπτή  εντολή ή έγκριση του αρμόδιου Διευθυντή.
  16. Να ενημερώνει άμεσα τον προϊστάμενο του για το κώλυμα που καθιστά αδύνατη την προσέλευση του στην εργασία και γενικά για κάθε γεγονός που δυσχεραίνει ή καθιστά αδύνατη την εκτέλεση των καθηκόντων του.
  17. Να χρησιμοποιεί αυστηρά όλα τα χορηγούμενα από την εταιρεία μέσα ατομικής και συλλογικής προστασίας και ασφάλειας, με στόχο την ασφάλεια του ιδίου, των συναδέλφων του και των πολιτών.
  18. Να μην προσπαθεί να εξασφαλίσει, εκμεταλλευόμενος άμεσα ή έμμεσα την ιδιότητα του ως εργαζόμενου ή της θέσης του στην εταιρεία, πλεονεκτήματα ή άλλες ωφέλειες, είτε για αυτόν είτε για τρίτα πρόσωπα.
  19. Να υποβάλλει γραπτές αναφορές, εφόσον του ζητηθεί, και να καταθέτει με ειλικρίνεια στοιχεία και γεγονότα τα οποία γνωρίζει λόγω της θέσης εργασίας του, όταν κληθεί από τους προϊσταμένους του ή τα αρμόδια όργανα της εταιρείας.
  20. Να συμπεριφέρεται ευγενικά, πρόθυμα προς εξυπηρέτηση και προαγωγή των συμφερόντων της εταιρείας και ιδιαίτερα προς τους πελάτες της και να επιδεικνύει πνεύμα συναδελφικής συνεργασίας. Η συμπεριφορά αυτή αφορά στις σχέσεις με ανωτέρους, υφισταμένους, συναδέλφους και γενικά κάθε τρίτο πρόσωπο που συναλλάσσεται ή έρχεται σε επικοινωνία με τις υπηρεσίες της εταιρείας.
  21. Να μην εισάγει ή κάνει χρήση αλκοόλ στους χώρους εργασίας πριν την ανάληψη εργασίας του και κατά τη διάρκειά της. Η χρήση φαρμάκων που μπορεί να επηρεάσουν την ικανότητα εργασίας πρέπει να αναφέρονται στον ιατρό εργασίας, ο οποίος εισηγείται την προσωρινή ή μόνιμη απαλλαγή του από συγκεκριμένα καθήκοντα, εφόσον κρίνει ότι μπορεί να προκληθεί κίνδυνος ατυχήματος.
  22. Να μην παρέχει πληροφορίες, εάν δεν είναι εξουσιοδοτημένος ή δεν έχει θεσμικό ρόλο, με δημοσιεύματα και δηλώσεις και διαλέξεις για οικονομικές, εμπορικές, τεχνικές ή νομικές υποθέσεις της εταιρείας, για συμβάντα κατά τη λειτουργία της ή οποιεσδήποτε άλλες πληροφορίες στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης ή κοινωνικής δικτύωσης ή σε οποιονδήποτε τρίτο χωρίς εξουσιοδότηση, εκτός των περιπτώσεων τυχόν εξέτασης από τις αστυνομικές ή δικαστικές αρχές και σύμφωνα με το νόμο.
  23. Να μην προβαίνει σε αρνητικά σχόλια – κρίσεις για την εταιρεία ενώπιον οποιουδήποτε.
  24. Να αναφέρει εγγράφως στο αρμόδιο τμήμα κάθε μεταβολή της οικογενειακής του κατάστασης και της διεύθυνσης κατοικίας του.
  25. Να μην προβαίνει σε ανταγωνιστικές προς την εταιρεία ενέργειες με οποιονδήποτε τρόπο.
  26. Απαγορεύεται να χρησιμοποιεί τις ιδιόκτητες, ιδιωτικές συσκευές του (τηλέφωνα, tablets, κάμερες, φωτογραφικές μηχανές κλπ), στο πλαίσιο της επαγγελματικής του δραστηριότητας και πιο συγκεκριμένα, με σκοπό να απαθανατίσει εγκαταστάσεις της επιχείρησης, εγκαταστάσεις πελάτη της επιχείρησης, βιβλία συμβάντων και αναφοράς, συναδέλφους κλπ ή να αναρτήσει/κοινοποιήσει σε social media ή ιστότοπους τα παραπάνω δεδομένα.
  27. Να ενεργεί πάντοτε βάσει των εκάστοτε Πολιτικών και Διαδικασιών που θέτει σε ισχύ η Εταιρία και του κοινοποιούνται σε εύλογο χρόνο.
  1. Να εργάζεται κατά το καθορισμένο ημερήσιο και εβδομαδιαίο ωράριο εργασίας αλλά και πέραν αυτού, εφόσον οι εργασιακές ανάγκες το απαιτούν, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 659 ΑΚ και σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
  1. Είναι δυνατόν να προβλέπονται νομίμως περαιτέρω υποχρεώσεις , οι οποίες συνδέονται με την συγκεκριμένη θέση ή εργασία  του εργαζόμενου  είτε στην ατομική σύμβαση εργασίας  είτε με την μορφή ανακοινώσεων και εντολών της Διοίκησης .

 

  • Άρθρο 10 – Γενικά Καθήκοντα Προϊσταμένων – Αρχιφυλάκων

Οι προϊστάμενοι κάθε βαθμίδας οφείλουν:

  1. Να συμπεριφέρονται με ευγένεια και σεβασμό προς τους υφισταμένους τους, να τους αντιμετωπίζουν ισότιμα και να τους προσφέρουν ίσες ευκαιρίες για εξέλιξη και επαγγελματική ανάπτυξη.
  2. Να αναφέρουν δια του άμεσου προϊσταμένου τους προς τη γενική διεύθυνση οποιοδήποτε περιστατικό επηρεάζει την ομαλή εκτέλεση της εργασίας.
  3. Να καταρτίζουν τα εβδομαδιαία προγράμματα εργασίας των τμημάτων τους και να τα γνωστοποιούν έγκαιρα στη Οικονομική Διεύθυνση και στο τμήμα Ανθρωπίνων Πόρων σύμφωνα με τις υποδείξεις και οδηγίες που τους ανακοινώνονται.
  4. Να αναφέρουν στο αρμόδιο τμήμα την επί πλέον εργασία (υπερωριακή απασχόληση κ.λπ.), τις πιθανές έκτακτες αλλαγές στο ωράριο εργασίας και τις δικαιολογημένες ή αδικαιολόγητες απουσίες των υφισταμένων τους.
  5. Να ενημερώνουν και να πληροφορούν τους υφισταμένους τους για τα θέματα που τους εξουσιοδοτεί η Διεύθυνση, ή για θέματα που κρίνουν πως θα τους βοηθήσουν ώστε να βελτιώσουν την απόδοσή τους στην εργασία και δεν τίθεται θέμα απορρήτου.
  6. Να ελέγχουν τους υφισταμένους τους προκειμένου να τηρούν με ακρίβεια τους κανόνες υγιεινής και ασφάλειας εργασίας και να χρησιμοποιούν με επιμέλεια τα μέσα ατομικής προστασίας που τους παρέχονται
  7. Να εφαρμόζουν με συνέπεια την ισχύουσα εργατική νομοθεσία και τον Κανονισμό αυτόν
  8. Να μεριμνούν με κάθε πρόσφορο μέσο για την διαρκή βελτίωση της παραγωγικότητας στον τομέα ευθύνης τους
  9. Να ενεργούν για την δίωξη πειθαρχικών παραπτωμάτων σύμφωνα με το άρθρο   31ο του παρόντος Κανονισμού.

 

  • Άρθρο 11 – Χρήση αυτοκινήτου

Η προσέλευση των εργαζομένων στην επιχείρηση  για ανάληψη εργασίας  και επιστροφή στους τόπους όπου είναι η κατοικία τους  γίνεται  με δική τους φροντίδα και δικά τους έξοδα

Όσοι χρησιμοποιούν αυτοκίνητα της εταιρείας για την εκτέλεση της εργασίας τους οφείλουν να τα μεταχειρίζονται με σύνεση, να τα διατηρούν καθαρά, να μεριμνούν για την περιοδική κανονική συντήρησή τους, να φροντίζουν για την ασφαλή και νόμιμη μεταφορά  των υλικών και να τηρούν τις διατάξεις του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας.

Απαγορεύεται αυστηρά η οδήγηση αυτοκινήτου όταν ο εργαζόμενος δεν είναι σε καλή φυσική κατάσταση (μέθη, υπνηλία, υπερβολική κόπωση κ.λπ.). Επίσης απαγορεύεται αυστηρά η μεταφορά πραγμάτων ξένων προς την εκτέλεση της εργασίας που η εταιρεία εντέλει.

Τα αυτοκίνητα, τα οποία παρέχει  η εταιρεία σε συγκεκριμένους εργαζόμενους, ανάλογα με τα καθήκοντα της θέσης τους, προορίζονται για την καλύτερη εκτέλεση της εργασίας τους, δηλαδή για εξυπηρέτηση λειτουργικών αναγκών της εταιρείας και πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνον από τους ιδίους.

 

  • Άρθρο 12 – Προστασία υποδομών

Τα κτίρια, οι εγκαταστάσεις, τα εμπορεύματα, τα μηχανήματα, τα εργαλεία και όλα τα πράγματα που χρησιμοποιεί ο εργαζόμενος κατά την εργασία του ή επ΄ευκαιρία της εργασίας του ,  αποτελούν το εργασιακό περιβάλλον.

Κάθε εργαζόμενος οφείλει να τα  προσέχει και  να τα χρησιμοποιεί σύμφωνα με τον προορισμό τους και μόνον μέσα στα πλαίσια των εργασιακών του καθηκόντων, να τηρεί τους κανόνες συντήρησής τους, να τα διατηρεί πάντοτε καθαρά και να μην τα μεταφέρει  εκτός εταιρείας παρά μόνον κατόπιν εντολής.

Η εταιρεία δεν φέρει ευθύνη για απώλεια προσωπικών αντικειμένων στο χώρο εργασίας.

 

  • Άρθρο 13 – Γενικές Υποχρεώσεις Εταιρείας

Η Εταιρεία ως εργοδότης  έχει τις ακόλουθες υποχρεώσεις :

  • Να τηρεί τις διατάξεις και τους κανόνες της εργατικής νομοθεσίας και του Κανονισμού αυτού
  • Να μην παραβαίνει την αρχή της ισότητας στις εργασιακές σχέσεις σε όλες τις εκφάνσεις της, συμπεριλαμβανόμενης της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών.

 

  • Άρθρο 14 – Εκπαίδευση / Μετεκπαίδευση προσωπικού

Η παρακολούθηση της τεχνολογίας και η διαρκής ενημέρωση έχουν μεγάλη σημασία για την ικανότητα του κάθε εργαζομένου προκειμένου να ανταποκριθεί στα καθήκοντα του αλλά και για να διατηρεί ενεργή την παρουσία του στην αγορά εργασίας.

Γι’ αυτό το λόγο η εταιρεία δικαιούται, αλλά και υποχρεούται, να καλεί εργαζόμενους ατομικά  ή κατά ομάδες με κριτήρια, που η ίδια θα καθορίσει, να συμμετέχουν σε εκπαίδευση κάθε μορφής και επιπέδου με δαπάνες της Εταιρίας  , περιλαμβανομένης της εκπαίδευσης και ενημέρωσης σε θέματα υγιεινής και ασφαλείας σε οποιοδήποτε τόπο στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό και για διάρκεια που καθορίζεται από τον τύπο και το είδος της εκπαίδευσης. Ο χρόνος εκπαίδευσης αποτελεί χρόνο εργασίας και αμείβεται ως τέτοιος, εκτός αν προβλέπεται η καταβολή πρόσθετης αμοιβής ή αποζημίωσης από άλλη πηγή.

 

 

  1. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ – ΧΡΟΝΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
    • Άρθρο 15 – Γενικές διατάξεις περί του χρόνου εργασίας

Με τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου καθορίζονται οι ώρες εργασίας, οι ημέρες ανάπαυσης, οι περίοδοι εργασίας, η απασχόληση κατά την νύκτα, καθώς και η ημερήσια και εβδομαδιαία διάρκεια της εργασίας, η ετήσια άδεια ανάπαυσης και οι λοιπές άδειες του προσωπικού, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στην ατομική σύμβαση εργασίας του μισθωτού.

Για όλους τους εργαζόμενους στην Εταιρία  ως χρόνος ημερήσιας εργασίας θεωρείται:

Ο χρόνος εργασίας για την εκτέλεση της οποίας υπάρχει εντολή εργοδότη.

Ο χρόνος παράστασης του μισθωτού σε ποινικά ή πολιτικά Δικαστήρια ως κατηγορούμενου, εναγόμενου ή μάρτυρα εφόσον η δίκη αφορά την Εταιρεία και εφόσον βεβαίως δεν πρόκειται για εκδίκαση μήνυσης ή αγωγής της εταιρείας κατά του ιδίου.

Η προσέλευση στην επιχείρηση προς ανάληψη εργασίας και η κατά την λήξη της εργασίας αποχώρηση των εργαζομένων πρέπει να πιστοποιείται από τον αρμόδιο προϊστάμενο.

Προκειμένου να εξασφαλίζεται η ακριβής καταγραφή του χρόνου έναρξης και λήξης της εργασίας είναι δυνατόν να εφαρμόζεται οποιοσδήποτε πρόσφορος τρόπος προς τον σκοπό αυτόν.

Η παραποίηση στοιχείων που αφορούν την πιστοποίηση της προσέλευσης και αποχώρησης από την εργασία, η μη ορθολογική χρήση της κάρτας ή ενέργειες που αποβλέπουν στην παραπλάνηση της εταιρίας σχετικά με την πιστοποίηση αυτή αποτελούν σοβαρό πειθαρχικό παράπτωμα, χωρίς να αποκλείεται ανάλογα με τις περιστάσεις να αποτελέσει και αιτία καταγγελίας της σύμβασης εργασίας.

Ο χρόνος μετάβασης του εργαζόμενου από την κατοικία του στον τόπο παροχής εργασίας και επιστροφής δεν υπολογίζεται με κανένα τρόπο ως χρόνος εργασίας.

Τόπος εργασίας εκείνων που απασχολούνται σε εγκαταστάσεις πελατών της Εταιρίας ή αποστέλλονται εκτός έδρας της Εταιρίας  είναι ο εκάστοτε τόπος παροχής της εργασίας τους.

Ειδικότερα :

Για όσους εργάζονται στις εγκαταστάσεις των πελατών της Εταιρίας

Για τις περιπτώσεις που χρησιμοποιείται αυτοκίνητο της εταιρείας για την μετάβαση στο έργο από την οικία του εργαζόμενου και αντίστοιχα  για την επιστροφή του εργαζόμενου  προς την οικία του,  ως χρόνος εργασίας θεωρείται μόνο ο χρόνος πραγματικής απασχόλησης του εργαζόμενου  στον τόπο του έργου.

Εάν το έργο βρίσκεται εκτός νομού οι χρόνοι μετάβασης από και προς το έργο συμπεριλαμβάνονται στο χρόνο εργασίας.

Για τις περιπτώσεις που ο εργαζόμενος θα πρέπει να προσέλθει στην εταιρεία με δικό του μέσο για να παραλάβει υλικά και/ή αυτοκίνητο για την μετάβαση στο έργο και επιστρέψει για την παράδοση του αυτοκινήτου του , ως χρόνος εργασίας θεωρείται ο χρόνος πραγματικής απασχόλησης του εργαζομένου από την άφιξη του στην εταιρεία έως και την αναχώρησή του από αυτή.

Κανένας εργαζόμενος δεν έχει δικαίωμα να αυξάνει την χρονική διάρκεια της ημερήσιας εργασίας του πριν ή μετά το κανονικό ωράριο του χωρίς τη σχετική εντολή της Διοίκησης της εταιρίας δια του αρμοδίου προϊσταμένου.

Η εταιρεία είναι η μόνη αρμόδια να κρίνει τη σκοπιμότητα ή όχι της εκτέλεσης υπερωριακής ή άλλης πρόσθετης εργασίας. Τυχόν παροχή τέτοιας εργασίας χωρίς την εντολή του αρμόδιου προϊστάμενου δεν γεννά αξίωση για οποιασδήποτε φύσης πρόσθετη αμοιβή ή αποζημίωση.

Ο χρόνος εργασίας που πραγματοποιείται κατά την χρονική περίοδο μεταξύ 22.00 και 6.00 θεωρείται ως νυκτερινή εργασία.

Στον περιορισμό των νόμιμων  ωραρίων εργασίας δεν υπάγονται πρόσωπα που κατέχουν διευθυντικές ή θέσεις εμπιστοσύνης στην εταιρεία σύμφωνα με τα ειδικότερα που ορίζονται από τον νόμο.

Στην επιχείρηση ισχύει καθεστώς λειτουργίας της  επί 7 ημέρες την εβδομάδα και 24 ώρες ημερησίως εξαιτίας της φύσης και του αντικειμένου δραστηριότητάς της (εταιρία συνεχούς δραστηριότητας).

Παρέχεται επίσης η δυνατότητα στην εταιρία να καθορίζει την εργασία του/της μισθωτού σε εναλλασσόμενες βάρδιες ανά ημέρα ή εβδομάδα ή κατά διάφορα άλλα χρονικά διαστήματα (πρωινή, απογευματινή, νυχτερινή) τηρουμένων των σχετικών διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας, ανάλογα με τις εκάστοτε λειτουργικές της ανάγκες.

Οι εργαζόμενοι στην επιχείρηση υποχρεούνται όπως προσέρχονται στον τόπο εργασίας τους σε εύλογο χρόνο πριν την έναρξη του ωραρίου απασχόλησής τους  προκειμένου να προβαίνουν στο σύνολο των απαιτούμενων ενεργειών προετοιμασίας (πχ στολή εργασίας, ατομικά μέσα προστασίας κ.α ), ώστε να είναι έτοιμοι να αναλάβουν τα καθήκοντά τους κατά το χρόνο που ορίζεται στο πρόγραμμα εργασίας.

Ο χρόνος προετοιμασίας για την αποχώρηση θα έπεται αυτού της λήξης της βάρδιας του εργαζόμενου. Σε κάθε περίπτωση ο χρόνος προετοιμασίας για την ανάληψη εργασίας  καθώς και ο χρόνος προετοιμασίας για την αποχώρηση δεν συνιστά χρόνο εργασίας για τον οποίο υφίσταται υποχρέωση καταβολής αποδοχών.

Ο εύλογος χρόνος για την προετοιμασία ανάληψης εργασίας και αποχώρησης δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 15 λεπτά για κάθε αιτία (ανάληψη / αποχώρηση).

 

  • Άρθρο 16 – Κανονική Εργασία – Οργάνωση του χρόνου εργασίας

Στην Εταιρεία , εξ αιτίας της φύσης και του αντικειμένου δραστηριότητάς της , εφαρμόζονται διάφορα συστήματα παροχής της εργασίας  από άποψη ημερών και ωρών εργασίας    σύμφωνα με τις   εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας.

Η διάρκεια της ημερήσιας και εβδομαδιαίας εργασίας  του προσωπικού καθορίζεται   με αποφάσεις του Δ.Σ της Εταιρείας σύμφωνα με τις λειτουργικές ανάγκες  της και σύμφωνα με τα οριζόμενα από τις εκάστοτε ισχύουσες  διατάξεις νόμων και ΣΣΕ .

Η κατανομή των ωρών εβδομαδιαίας εργασίας  σε πέντε ή έξι ημέρες /εβδομάδα  μπορεί να εναλλάσσεται στη διάρκεια του έτους κατά την εκάστοτε κρίση της Εταιρίας, διότι έτσι εξυπηρετούνται υπηρεσιακές της ανάγκες. Η  εργασία επί πέντε ημέρες /εβδομαδιαία ή επί έξι ημέρες/εβδομαδιαία , ακόμη και για μεγάλο χρονικό διάστημα,  δεν καθίσταται όρος της ατομικής σύμβασης εργασίας ή επιχειρησιακή συνήθεια και δεν δημιουργεί βάση κρίσης περί μονομερούς βλαπτικής μεταβολής των όρων της σύμβασης εργασίας του μισθωτού.

Η έναρξη και η λήξη του κανονικού ωραρίου του προσωπικού ορίζεται κάθε φορά με κριτήριο την εξασφάλιση της ομαλής λειτουργίας των δραστηριοτήτων της επιχείρησης .

Το πρόγραμμα εργασίας κάθε τμήματος διαμορφώνεται από τον προϊστάμενο, ο οποίος λαμβάνει υπόψη, όσο είναι δυνατόν, τις προτιμήσεις και τις ανάγκες του προσωπικού ενώ καταβάλει κάθε προσπάθεια προκειμένου να ενημερώσει εγκαίρως τους υφισταμένους του για κάθε αλλαγή σε αυτό. Τροποποιήσεις γίνονται με την ίδια διαδικασία.

 

  • Άρθρο 17 – Κανονική Άδεια

Όλο το προσωπικό δικαιούται ετήσιες άδειες με αποδοχές σύμφωνα με την εργατική νομοθεσία σε συνδυασμό με τις διατάξεις της  Ε.Γ.Σ.Σ.Ε όπως ισχύει κάθε φορά και τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

Η κανονική άδεια χορηγείται κανονικά και υποχρεωτικά  εντός του ημερολογιακού έτους και αν ακόμα δεν τη ζήτησε ο εργαζόμενος.

Στις ημέρες της ετήσιας κανονικής άδειας που δικαιούται ο μισθωτός δεν συμψηφίζονται οι μέρες αποχής από την εργασία λόγω βραχείας ασθένειας, στράτευσης, συμμετοχής σε νόμιμη απεργία ή λόγω ανώτερης βίας ή σπουδαίου λόγου κατ’  άρθρο 657 ΑΚ ή οι ημέρες μη παροχής της εργασίας σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 656 ΑΚ. Οι ημέρες αποχής που οφείλονται στους ίδιους λόγους θεωρούνται ως χρόνος πραγματικής απασχόλησης προκειμένου να θεμελιωθεί το δικαίωμα λήψης άδειας.

΄Αν ο  μισθωτός ασθενήσει  κατά τη διάρκεια της ετήσιας άδειας,  οι ημέρες ασθένειας δεν υπολογίζονται στην εν λόγω άδεια, αλλά μετά την επιστροφή αυτού από την άδεια στην εργασία γίνεται νέος προγραμματισμός για να χορηγηθούν οι απολεσθείσες αυτές ημέρες σύμφωνα με τις υφιστάμενες ανάγκες. Η ασθένεια πρέπει να αποδεικνύεται από επίσημα ιατρικά πιστοποιητικά, τα οποία πρέπει να προσκομίζονται το συντομότερο και πάντως όχι πέραν του χρόνου της επιστροφής του προσωπικού στην θέση εργασίας.

Σε περίπτωση λύσης της σχέσης εργασίας χωρίς να έχει ληφθεί η ετήσια άδεια με αποδοχές εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας.

Το προσωπικό που απασχολείται με συμβάσεις ορισμένης διάρκειας δικαιούται την άδεια και το επίδομα αδείας που προβλέπεται από τους σχετικούς νόμους.

Η ενάσκηση του δικαιώματος της κανονικής άδειας, η χορήγηση των αδειών και ιδιαίτερα η σειρά χορήγησης και ο χρόνος έναρξής τους, ρυθμίζονται σύμφωνα με τις ανάγκες της επιχείρησης με βάση τις σχετικές διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας. Η διεύθυνση της εταιρίας έχει το δικαίωμα να ρυθμίζει το χρόνο έναρξης και λήξης της άδειας καθενός , που δικαιούται να την λάβει  μέσα σε δύο μήνες από τότε που θα τη ζητήσει.

Επιτρέπεται η κατάτμηση της άδειας σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που θέτουν οι κείμενες διατάξεις.

 

  • Άρθρο 18 – Άδεια κύησης και λοχείας – Γονική Άδεια – Άδεια Γάμου

Οι άδειες κύησης και λοχείας καθώς επίσης και η γονική άδεια, ρυθμίζονται σύμφωνα με το νόμο.

Οι εργαζόμενοι που συνάπτουν γάμο δικαιούνται να πάρουν άδεια γάμου με αποδοχές πέντε (5) εργασίμων ημερών για όσους απασχολούνται με καθεστώς πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας και έξι (6) εργάσιμων ημερών για όσους απασχολούνται με καθεστώς εξαήμερης εβδομαδιαίως εργασίας. Η άδεια γάμου δεν συμψηφίζεται με την ετήσια κανονική τους άδεια.

 

  • Άρθρο 19 – Άδεια χωρίς Αποδοχές

Το προσωπικό μπορεί να ζητήσει άδεια χωρίς αποδοχές.

Προκειμένου να χορηγηθεί η άδεια χωρίς αποδοχές ο εργαζόμενος οφείλει να υποβάλλει έγγραφη αίτηση για τη χορήγηση αυτής, καθώς και την αιτούμενη διάρκεια και τη χρονική περίοδο χορήγησής της.

Η αίτηση υποβάλλεται στον Προϊστάμενο του τμήματος ο οποίος είναι αρμόδιος για την έγκριση της άδειας χωρίς αποδοχές.

Σε κάθε περίπτωση ανεξάρτητα από τους προβαλλόμενους λόγους η έγκριση ή η απόρριψη της αιτούμενης άδειας χωρίς αποδοχές εναπόκειται στην αποκλειστική εκτίμηση και κρίση  του Προϊσταμένου του τμήματος, λαμβανομένων ιδίως υπόψη των αναγκών της Εταιρίας.

Ο Προϊστάμενος του τμήματος μπορεί κατ’ εκτίμησή του και με βάση τις ανάγκες της εταιρίας να εγκρίνει μικρότερη της αιτούμενης  διάρκεια άδειας  ή και τη χορήγησή της κατά διαφορετική περίοδο από την αιτούμενη.

 

  • Άρθρο 20 – Γενικές Διατάξεις περί Αδειών

Το προσωπικό δεν επιτρέπεται να εγκαταλείψει τη θέση του πριν του κοινοποιηθεί η απόφαση περί της χορήγησης της αδείας και πριν από την ορισμένη ημέρα έναρξης αυτής.

Μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου επιτρέπεται διακοπή αδείας, ύστερα από εκτίμηση της σοβαρότητας των λόγων που ο εργαζόμενος επικαλείται και υπό την προϋπόθεση ότι δεν δημιουργούνται προβλήματα στην εταιρία.

Η υπέρβαση του χρόνου αδείας, εάν δεν δικαιολογείται από σπουδαίο λόγο που αποδεικνύεται  δεόντως, συνιστά αυθαίρετη απουσία του μισθωτού, με όλες τις σχετικές συνέπειες.

Σε κάθε περίπτωση, ο εργαζόμενος οφείλει να ειδοποιήσει έγκαιρα την εταιρία σχετικά με το λόγο και το χρόνο της καθυστέρησης επανόδου του. Αδικαιολόγητη παράλειψη ειδοποίησης αποτελεί σοβαρό πειθαρχικό παράπτωμα.

Ανεξάρτητα από τις πειθαρχικές ή άλλες συνέπειες, για τις ημέρες υπέρβασης της άδειας δεν  οφείλονται αποδοχές .

Το προσωπικό που διατελεί σε άδεια λαμβάνει τις αποδοχές αδείας, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

Άδεια στο προσωπικό χορηγείται με απόφαση του Διευθύνοντα Συμβούλου  ή του αρμοδίου  Προϊσταμένου του εκάστοτε τμήματος .

 

 

  1. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ – ΑΣΘΕΝΕΙΑ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ
    • Άρθρο 21 – Αποχή από την εργασία λόγω ασθένειας

Εάν ο εργαζόμενος δεν μπορεί λόγω ασθένειας να προσέλθει στην εργασία του, με εξαίρεση την περίπτωση ανωτέρας βίας, οφείλει να ενεργήσει ως εξής:

Ειδοποιεί, κατά το δυνατό πριν την έναρξη της εργασίας του σχετικά με την αδυναμία του αυτή τον άμεσο προϊστάμενό του ή τον αντικαταστάτη του ή σε περίπτωση μη εύρεσης αυτών το γραφείο προσωπικού.

Εννοείται ότι προκειμένου να καταβληθούν στον εργαζόμενο οι αποδοχές ασθενείας για το χρονικό διάστημα πέραν των τριών πρώτων ημερών της απουσίας του απαιτείται απόφαση ΕΦΚΑ, στην οποία θα αναγράφεται το ποσόν  της επιδότησης του.

Την ημέρα επανάληψης της εργασίας, υποχρεούται να καταθέσει στο γραφείο προσωπικού  κάθε αναγκαίο δικαιολογητικό και έγγραφο, που θα του ζητηθεί σχετικά με την ασθένειά του και να παρουσιαστεί αμέσως στον τόπο παροχής της εργασίας του για ανάληψη υπηρεσίας.

Τις ίδιες παραπάνω υποχρεώσεις έχει και ο εργαζόμενος που αδυνατεί να εργαστεί λόγω εργατικού ατυχήματος.

Εφόσον υπάρχει άμεση ανάγκη να επισκεφθεί ιατρό του κύριου ασφαλιστικού φορέα του κατά τις ώρες εργασίας υποχρεούται να ζητήσει σχετική άδεια από τον άμεσο προϊστάμενό του και να προσκομίσει  βεβαίωση ιατρικής εξέτασης.

Σε περίπτωση διακοπής εργασίας μετά από ιατρική γνωμάτευση ο εργαζόμενος πρέπει να τηρήσει τη διαδικασία που προβλέπεται παραπάνω.

Εφόσον ο εργαζόμενος δεν προσκομίσει τα απαιτούμενα κατά τα ανωτέρω δικαιολογητικά  θεωρείται ότι απουσίασε αυθαίρετα και αδικαιολόγητα με τις συνέπειες που αυτό συνεπάγεται.

Το προσωπικό δικαιούται κατά τη διάρκεια της αποχής του από την εργασία λόγω ασθένειας καταβολής αποδοχών σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας και επιδότησης σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του κύριου ασφαλιστικού φορέα.

Εάν η λόγω ασθενείας αποχή από την εργασία συνεχιστεί για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από τα χρονικά όρια της βραχείας ασθενείας, όπως ορίζεται από την εργατική νομοθεσία τότε, λαμβανομένων υπόψη των λοιπών συνθηκών, μπορεί να θεωρηθεί ότι η σχέση εργασίας λύθηκε με καταγγελία αυτής εκ μέρους του μισθωτού.

Η άμεση υποβολή των γνωματεύσεων ανικανότητας, όπως και η υποβολή βεβαιώσεων πρωτοτύπων επιδοτήσεως του ΕΦΚΑ είναι υποχρεωτικές για το προσωπικό.

Το γραφείο προσωπικού στο οποίο προσκομίζονται τα παραστατικά ή το βιβλιάριο του ασφαλιστικού φορέα είναι υποχρεωμένο να τηρεί αυστηρά το απόρρητο για οποιασδήποτε ιατρικής φύσης πληροφορία πέσει στην αντίληψη των υπαλλήλων του γραφείου προσωπικού κατά την ενάσκηση των καθηκόντων τους.

 

 

  1. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ – ΑΜΟΙΒΕΣ
    • Άρθρο 22 – Γενικά περί Αμοιβής

Οι όροι καταβολής των αποδοχών και οι λοιποί όροι εργασίας του προσωπικού της εταιρίας καθορίζονται από τον παρόντα κανονισμό εργασίας, από τις εκάστοτε ισχύουσες και δεσμεύουσες τα μέρη συλλογικές συμβάσεις εργασίας (επιχειρησιακές ή κλαδικές) ή τις διαιτητικές αποφάσεις  άλλως  και εφ όσον  δεν ορίζεται διαφορετικά   , από την  με την ατομική σύμβαση εργασίας  σύμφωνα με τις ισχύουσες  διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας.

Οι αποδοχές των προσώπων που κατέχουν διευθυντική θέση ή κατέχουν θέση εμπιστοσύνης ορίζονται με απόφαση του Διευθύνοντα Συμβούλου

Ο εργαζόμενος λαμβάνει τις αποδοχές που πράγματι αντιστοιχούν στην ειδικότητα που έχει τη δεδομένη χρονική στιγμή, υπό την προϋπόθεση ότι η αμοιβή που λαμβάνει είναι ευνοϊκότερη, χωρίς να έχει σημασία η ειδικότητα με την οποία προσλήφθηκε ή η τυχόν προηγούμενη απασχόλησή του σε άλλη εργασία, θέση ή ειδικότητα.

Οι κάθε φύσης αποδοχές του προσωπικού καταβάλλονται δεδουλευμένες για χρονικά διαστήματα που δεν μπορούν να υπερβούν το μήνα εργασίας, εκτός αν άλλως ορίζεται στις ισχύουσες και δεσμεύουσες την εταιρία συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή στο νόμο ή στην ατομική σύμβαση εργασίας.

Η εταιρία επιφυλάσσεται να χορηγεί στο προσωπικό προκαταβολές ή χρηματικά ποσά έναντι αποδοχών και να καθορίζει τις ημερομηνίες καταβολής τους κατά την κρίση της.

Η αξίωση του εργαζόμενου για λήψη των αποδοχών του αρχίζει από την ημέρα ανάληψης εργασίας και λήγει με τη λύση με οποιονδήποτε τρόπο της εργασιακής σχέσης.

Για την παροχή υπερεργασίας, υπερωριακής εργασίας , νυκτερινής εργασίας και εργασίας σε ημέρες Κυριακής /αργίας , καταβάλλονται οι εκ του νόμου προβλεπόμενες αμοιβές. Οποιαδήποτε πρόσθετη αμοιβή, επίδομα ή παροχή που τελεί σε άμεση σχέση με την θέση ή με το είδος της παρεχόμενης εργασίας καταβάλλονται αποκλειστικά και μόνο για όσο χρονικό διάστημα ο εργαζόμενος κατέχει την συγκεκριμένη θέση ή παρέχει το συγκεκριμένο είδος εργασίας.

 

  • Άρθρο 23 – Αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά

Μισθοί, επιδόματα και αποζημιώσεις κάθε είδους που καταβλήθηκαν   αχρεωστήτως από λάθος της εταιρίας, θεωρούνται ως προκαταβολή αποδοχών και κρατούνται με μηνιαίες δόσεις από τις αποδοχές των επόμενων μηνών, οι οποίες δεν μπορούν να υπερβαίνουν το 1/6 των μηνιαίων αποδοχών. Εάν για το λάθος συνέργησε συνειδητά ο εργαζόμενος, παραπλανώντας το αρμόδιο για τη μισθοδοσία όργανο με ψευδή στοιχεία και πιστοποιητικά, το αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό παρακρατείται με βάση τις γενικές διατάξεις. Σε περίπτωση λύσης της εργασιακής σχέσης το αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό δύναται κατά περίπτωση να κρατείται ολόκληρο από την οφειλόμενη αποζημίωση απόλυσης.

 

  • Άρθρο 24 – Ηθικές και υλικές αμοιβές

Ο εκάστοτε Προϊστάμενος μπορεί να εισηγείται αιτιολογημένα στον Διευθύνοντα Σύμβουλο  της εταιρείας την απονομή ηθικών και υλικών αμοιβών, οι οποίες είναι :

Γραπτός έπαινος

Χρηματική ή  άλλη αμοιβή σε είδος

Τιμητική άδεια με αποδοχές επί πλέον της δικαιούμενης από τον εργαζόμενο κανονικής άδειας.

Οι ηθικές και υλικές αμοιβές χορηγούνται στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο εργαζόμενος διακρίθηκε λόγω της διαγωγής του κατά την εκτέλεση της εργασίας του ή των εξαίρετων πράξεων του, εντός ή και εκτός υπηρεσίας.

Το τι συνιστά εξαιρετική πράξη καθώς και το είδος της αντιστοιχούσας ηθικής αμοιβής  και το ύψος της χρηματικής αμοιβής καθορίζεται κατά την κρίση του Διευθύνοντα Συμβούλου.

 

 

  1. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΓΔΟΟ – ΛΥΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΚΗΣ ΣΧΕΣΗΣ
    • Άρθρο 25 – Λύση της Εργασιακής Σχέσης

Η  συνδέουσα την εταιρία με τον εργαζόμενο σύμβαση εξαρτημένης εργασίας λύεται:

Με καταγγελία της σύμβασης εργασίας εκ μέρους του εργαζόμενου (παραίτηση)

Με καταγγελία της σύμβασης εργασίας εκ μέρους της εταιρίας (απόλυση)

Με το θάνατο του εργαζόμενου

Η  σύμβαση εργασίας του προσωπικού που υπηρετεί στην εταιρία με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου λύεται εκ μέρους της εταιρίας τηρουμένων των διατάξεων του Ν. 2112/1920, του ΒΔ 16-18/17-7-1920, του Ν. 3198/1955, όπως τροποποιήθηκαν και εκάστοτε  ισχύουν  καθώς και των  άλλων διατάξεων της  εργατικής νομοθεσίας.

Η  σύμβαση  εργασίας προσωπικού που υπηρετεί στην εταιρία με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου λύεται   αυτοδίκαια με την λήξη του χρόνου για τον οποίον συμφωνήθηκε .Λύση της σύμβασης εργασίας  ορισμένου χρόνου εκ μέρους της Εταιρίας  πριν από τον χρόνο λήξης της ( πρόωρη λύση )  επιτρέπεται μόνο για σπουδαίο λόγο ή κατόπιν μετατροπής της σύμβασης εργασίας σε αορίστου χρόνου, κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 40 του ν. 3986/2011.

 

  • Άρθρο 26 – Παραίτηση Εργαζόμενου

Μισθωτός  απασχολούμενος  με σύμβαση εξαρτημένης  εργασίας αορίστου χρόνου , εφόσον  συμπληρώνει τις προϋποθέσεις πλήρους συνταξιοδότησης λόγω γήρατος στην ασφάλιση οποιουδήποτε ασφαλιστικού οργανισμού,  μπορεί να αποχωρεί από την υπηρεσία δικαιούμενος της αποζημίωσης που προβλέπεται από τις σχετικές περί αποζημιώσεων διατάξεις.

Το προσωπικό μπορεί να καταγγείλει τη σχέση εργασίας με δήλωση παραίτησής του, η οποία υποβάλλεται ιεραρχικά, στα χρονικά διαστήματα που ορίζουν οι σχετικές νόμιμες διατάξεις. Η προθεσμία αυτή δεν τηρείται μόνο στην περίπτωση που συντρέχει  εξαιρετικός λόγος. Σε κάθε περίπτωση  ο Διευθύνων Σύμβουλος μπορεί ν αποδεχθεί  την παραίτηση από το χρόνο υποβολής της.

Εργαζόμενος που αποχωρεί / παραιτείται απροειδοποίητα   από την Εταιρία  κατά παράβαση των οριζόμενων στην προηγούμενη παράγραφο,  ευθύνεται για κάθε ζημία  που ήθελε επέλθει στην  Εταιρεία εξ αιτίας της  εκ μέρους του  πρόωρης και  αντικανονικής  εγκατάλειψης  της θέσης εργασίας του.

 

  • Άρθρο 27 – Καταγγελία της Εργασιακής Σχέσης εκ μέρους της Εταιρείας

Η καταγγελία της σύμβασης εργασίας εκ μέρους της Εταιρίας  διέπεται από  τις εκάστοτε ισχύουσες περί καταγγελίας  σχετικές διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας , ειδικότερα δε επί καταγγελίας της σύμβασης εργασίας εκ μέρους της εταιρείας στις κατωτέρω περιπτώσεις,  προβλέπονται  τα εξής :

Σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου λόγω συμπλήρωσης των προϋποθέσεων για την χορήγηση πλήρους συνταξιοδότησης γήρατος του υπαλληλικού προσωπικού ,  ο μισθωτός δικαιούται την προβλεπόμενη από τις κείμενες διατάξεις αποζημίωση.

Σε περίπτωση υποβολής  μήνυσης  σε βάρος του εργαζόμενου  για αξιόποινη πράξη που διαπράχθηκε κατά την άσκηση της υπηρεσίας του ,  η Εταιρία   μετά την υποβολή της μήνυσης  καταγγέλλει  αναποζημίωτα την  μετ΄αυτής σύμβαση εργασίας του μηνυθέντος , σύμφωνα και με τις διατάξεις  άρθρου 5 παρ. 1 του Ν. 2112/1920 και 6 παρ. 2 Β.Δ. 16-18/7/1920. Εφόσον εκδοθεί τελεσίδικα απαλλακτικό βούλευμα ή αθωωτική απόφαση , ο απολυθείς κατά τα ανωτέρω δικαιούται να ζητήσει  κατά νόμο την καταβολή της αποζημίωσής του.

Για την καταγγελία των συμβάσεων του προσωπικού πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις περί ομαδικών απολύσεων.

 

 

  1. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑΤΟ – ΥΓΙΕΙΝΗ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΧΩΡΩΝ
    • Άρθρο 28 – Υγιεινή και Ασφάλεια των Εργαζομένων

Η Εταιρεία διασφαλίζει κάθε φορά συνθήκες υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων και των χώρων ευθύνης της. Προς τούτο θέτει κανόνες υγιεινής και ασφάλειας με ανακοινώσεις και οδηγίες.

Οι κανόνες αυτοί γνωστοποιούνται στο προσωπικό, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, σε καμία δε περίπτωση δεν δικαιολογείται άγνοια αυτών και η μη τήρηση τους αποτελεί ανάλογα με την σοβαρότητα της περίπτωσης βαρύ ή ιδιαίτερα βαρύ πειθαρχικό παράπτωμα

Ειδικότερα, η Εταιρεία έχει υποχρέωση:

α. Να εφαρμόζει την ισχύουσα νομοθεσία για την υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας

β. Να προβλέπει, επεξεργάζεται και επιβλέπει με εξουσιοδοτημένα όργανά της τις εγκαταστάσεις και την τήρηση όλων των αναγκαίων, προληπτικών, λειτουργικών και διορθωτικών μέτρων και διαδικασιών για την ασφαλή εκτέλεση των εργασιών της εταιρίας

γ. Να ενημερώνει το προσωπικό έτσι ώστε να είναι σε θέση να αναγνωρίζει έγκαιρα κάθε κίνδυνο και να τον αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τηρώντας όλα τα μέτρα ασφάλειας

δ. Να ενημερώνει το προσωπικό για την ισχύουσα νομοθεσία, σχετικά με τα ελάχιστα όρια και προδιαγραφές υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας

Οι υποχρεώσεις του Ιατρού Εργασίας και του Τεχνικού Ασφάλειας είναι αυτές που προβλέπονται από τις σχετικές διατάξεις όπως αυτές ισχύουν

Ο εργαζόμενος οφείλει να τηρεί τις εξής γενικές οδηγίες υγιεινής και ασφάλειας:

α. Να συμμορφώνεται προς κάθε γραπτή ή προφορική οδηγία των προϊσταμένων του σχετικά με τον τρόπο εργασίας και τους όρους υγιεινής και ασφάλειας

β. Να αναφέρει αμέσως προφορικά ή γραπτά, κάθε ζήτημα που αφορά επαγγελματικούς κινδύνους του προσωπικού της εταιρίας ή κινδύνους τρίτων ή των εγκαταστάσεων ή του φυσικού περιβάλλοντος

γ. Να χρησιμοποιεί, ανελλιπώς και σωστά τα ομαδικά και ατομικά μέσα προστασίας για την εργασία του, όπου κρίνεται απαραίτητο

δ. Να διατηρεί καθαρά τα γραφεία και γενικά τις εγκαταστάσεις της εταιρίας και ειδικότερα τους κοινόχρηστους χώρους και τους χώρους υγιεινής

ε. Να αναφέρει αμέσως στον προϊστάμενό του οποιοδήποτε πρόβλημα ή διαταραχή της υγείας του που εμφανιστεί κατά τη διάρκεια της εργασίας του και που ενδεχόμενα προκαλεί τον περιορισμό της ικανότητας ή την πλημμελή άσκηση των καθηκόντων του ή βάζει σε κίνδυνο την ασφάλεια ανθρώπων και εγκαταστάσεων.

στ. Να αναφέρει αμέσως στον προϊστάμενό του κάθε ανωμαλία ή βλάβη που παρουσιάζεται στις εγκαταστάσεις ή τον εξοπλισμό της εταιρίας

ζ. Να αναφέρει αμέσως στο προϊστάμενό του κάθε ατύχημα ή συμβάν που έλαβε χώρα στον ίδιο ή στον υφιστάμενό του ή σε παρευρισκόμενους τρίτους στις εγκαταστάσεις της εταιρίας

η. Να μην καπνίζει εντός των εσωτερικών χώρων, γραφείων και εγκαταστάσεων της εταιρίας και γενικότερα εκτός των προβλεπόμενων χώρων καπνίσματος.

θ. Να φροντίζει την ατομική του καθαριότητα

ι. Να εκτελεί πάντοτε την εργασία του με γνώμονα την ασφάλεια της εργασίας του, των εγκαταστάσεων της εταιρίας και των κάθε είδους μηχανημάτων, οχημάτων και λοιπών μέσων που διακινούνται ή φυλάσσονται στις εγκαταστάσεις της εταιρίας καθώς και των εργαζομένων και των τρίτων που συναλλάσσονται με αυτή

ια. Να μην εξοικειώνεται με τον επαγγελματικό κίνδυνο, αλλά να τηρεί πιστά τους κανόνες ασφάλειας

ιβ. Να μην κάνει επικίνδυνα αστεία στους συναδέλφους του, ιδίως χρησιμοποιώντας εργαλεία ή άλλα αντικείμενα

ιγ. Να συνεργάζεται όποτε απαιτείται με το Ιατρό Εργασίας και τον Τεχνικό Ασφάλειας

Όλοι οι προϊστάμενοι των διαφόρων τμημάτων οφείλουν:

α. Να επιθεωρούν, πριν και μετά τη λήξη της εργασίας, την καταλληλόλητα και ασφάλεια των εγκαταστάσεων, των εργαλείων και λοιπού εξοπλισμού και γενικά των χώρων εργασίας, αναφέροντας ιεραρχικά οποιαδήποτε, έστω πιθανή, ανωμαλία.

β. Να αναθέτουν, στο προσωπικό που έχουν στη δικαιοδοσία τους εργασία ανάλογη προς τη σωματική και πνευματική του ικανότητα, την πείρα και την ειδικότητά του

γ. Να επιβλέπουν την αυστηρή τήρηση του κανονισμού, των διαδικασιών, οδηγιών και εντολών υγιεινής και ασφάλειας στους χώρους εργασίας

δ. Να αναφέρουν ιεραρχικά κάθε εργαζόμενο που δεν πειθαρχεί. Οι προβλεπόμενες από τη νομοθεσία ιατρικές εξετάσεις καταλληλόλητας με ειδικές διατάξεις εξακολουθούν να λαμβάνουν χώρα, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές.

 

 

  1. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ – ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
    • Άρθρο 29 – Πειθαρχικά Παραπτώματα

Πειθαρχικό παράπτωμα αποτελεί κάθε υπαίτια πράξη ή παράλειψη του εργαζόμενου  , που μπορεί να καταλογιστεί σ αυτόν.

Η έννοια του πειθαρχικού παραπτώματος  προσδιορίζεται από:

α.  Τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας

β. Τις διατάξεις του παρόντος Κανονισμού

γ. Τις υποχρεώσεις που προκύπτουν  από την  σύμβαση εργασίας

δ. Τις τυχόν υφιστάμενες οδηγίες και εντολές που εκδίδει κάθε φορά η Διοίκηση και τα αρμόδια προς τούτο  υπηρεσιακά όργανά της

ε.  Τη φύση της εργασίας.

Η δίωξη του πειθαρχικού παραπτώματος αποτελεί καθήκον της Εταιρίας.

Εξαιρετικά για παραπτώματα τα οποία κατά την κρίση του οργάνου που έχει την πειθαρχική εξουσία επιφέρουν ποινή που δεν υπερβαίνει αυτή της έγγραφης επίπληξης, η πειθαρχική δίωξη εναπόκειται στην διακριτική εξουσία του οργάνου αυτού, λαμβανομένου όμως υπόψη του συμφέροντος της εταιρίας και της όλης προηγούμενης διαγωγής του εργαζόμενου στην υπηρεσία.

  1. Πειθαρχικά παραπτώματα συνιστούν ιδία:

α. Η αδικαιολόγητη απουσία από την εργασία ή η υπέρβαση της χορηγηθείσας άδειας ή η αδικαιολόγητα μη έγκαιρη προσέλευση στην εργασία ή η αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην ανάληψη της εργασίας ή διακοπή της εργασίας πριν την κανονική ώρα ή η αποχώρηση από την εργασία χωρίς άδεια.

β. Η μη έγκαιρη ή πλημμελής εκτέλεση της εργασίας, η άρνηση εκτέλεσης ή η αδικαιολόγητη παρέκκλιση από την εκτέλεση των εντολών και οδηγιών της Διοίκησης. Η παραβίαση των Κανονισμών, των γενικών και ειδικών οδηγιών και η άρνηση εκτέλεσής τους.

γ. Η παράλειψη εκτέλεσης των εργασιακών καθηκόντων που αναφέρονται στα άρθρα της παρούσης 9 & 10.

δ. Η απασχόληση  του εργαζόμενου κατά τις ώρες εργασίας σε προσωπικές ή ξένες προς το έργο του ασχολίες.

ε. Η χρησιμοποίηση πληροφοριών, στοιχείων και υλικών για την αποκόμιση προσωπικού οφέλους ή προς όφελος τρίτου.

στ. Η επιδίωξη ή αποδοχή από τον εργαζόμενο οποιασδήποτε αμοιβής, ανταλλάγματος ή εύνοιας από οποιοδήποτε συνεργάτη της εταιρίας με τον οποίο συναλλάσσεται κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του.

ζ. Η ανάρμοστη, απρεπής, εριστική ή βάναυση συμπεριφορά προς την διοίκηση της εταιρείας, τους προϊσταμένους, τους διευθυντές, τους συναδέλφους ή τους πελάτες της εταιρείας.

η. Η άσκηση κριτικής των πράξεων ή αποφάσεων των προϊσταμένων που γίνεται εγγράφως  ή προφορικώς με  σκόπιμη χρησιμοποίηση ανακριβών στοιχείων ή με προδήλως απρεπείς εκφράσεις.

θ. Η παραβίαση των απορρήτων της Εταιρείας, η γνωστοποίηση ή κατάχρηση εμπιστευτικών πληροφοριών, η παροχή κωδικών πρόσβασης ασφαλείας σε οποιοδήποτε μη εξουσιοδοτημένο πρόσωπο, η ενέργεια ανταγωνιστικών πράξεων και η μη εξουσιοδοτημένη σκόπιμη πρόσβαση στις πληροφορίες που κατέχει η Εταιρεία (ηλεκτρονικές ή μη).

ι.  Κάθε  ενέργεια που  επιφέρει δυσφήμηση σε βάρος  της Εταιρείας ή του προσωπικού της ή μεμονωμένου εργαζόμενου σε σχέση με  τα εργασιακά του καθήκοντα.

ια. Η παράβαση της αρχής της αμεροληψίας και ιδίως η σύνταξη από Προϊστάμενο μη αντικειμενικής έκθεσης αξιολόγησης (στο βαθμό που του ζητηθεί) από πρόθεση για το προσωπικό που υπάγεται σε αυτόν.

ιβ. Κάθε αναληθής βεβαίωση ή δήλωση του εργαζόμενου, ιδίως σε ότι αφορά την ύπαρξη των γενικών ή ειδικών προσόντων και απαιτούμενων στοιχείων για την κατάρτιση του προσωπικού μητρώου

ιγ. Κάθε παράβαση των οδηγιών και εντολών για την πρόληψη ατυχημάτων και γενικότερα η παραβίαση των κανόνων ασφάλειας και υγιεινής της εργασίας,

ιδ. Σε περίπτωση ατυχήματος η μη δήλωση αυτού, η άρνηση παροχής σαφών και κατηγορηματικών πληροφοριών σε περίπτωση μαρτυρίας, για τις οποίες αποδεδειγμένα τελούσε σε γνώση, η ψευδής κατάθεση, η αποσιώπηση της αλήθειας.

ιε. Κάθε αδικαιολόγητη άρνηση προσέλευσης για εξέταση ή κατάθεση ενώπιον ορισθέντος πειθαρχικού οργάνου, που ενεργεί στα πλαίσια της πειθαρχικής διαδικασίας.

ιστ. Η αποδεδειγμένη παραποίηση οποιουδήποτε εγγράφου, ιδίως όταν συνδέεται με το συμφέρον της εταιρείας.

ιζ.  Οποιαδήποτε πράξη, η οποία ταυτόχρονα αποτελεί και ποινικό αδίκημα, εφόσον διαπραχθεί κατά την εκτέλεση της εργασίας  ή επ΄ευκαιρία αυτής εντός ή εκτός των εγκαταστάσεων της εταιρείας.

ιη. Η κατανάλωση οποιωνδήποτε ποτών που περιέχουν οινόπνευμα, ανεξάρτητα  από το είδος και την περιεκτικότητα τους, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, η κατοχή, χρήση ή εργασία υπό την επήρεια μη συνταγογραφούμενων ή παράνομων φαρμάκων ή άλλων τοξικών ουσιών  καθώς και η κατοχή ή χρήση όπλων.

κ. Η αδικαιολόγητη άρνηση προσέλευσης για ιατρική εξέταση από τον Ιατρό Εργασίας.

κα. Η παράλειψη δίωξης και τιμωρίας πειθαρχικού παραπτώματος εκ μέρους οιουδήποτε Προϊσταμένου που ασκεί έλεγχο και εποπτεία.

κα. Κάθε υπαίτια πράξη ή παράλειψη που μπορεί να επιφέρει  στην Εταιρεία ζημία, υλική ή ηθική

κβ. Η πλημμελής συντήρηση και διαφύλαξη δεδομένων/εγγράφων της εταιρίας ή των πελατών αυτής που δύναται να επιφέρει ζημία στην εταιρία ή να εκθέσει τους πελάτες αυτής.

κγ. Η εσκεμμένη ή ακούσια καταστροφή ή παραποίηση ή κακή διαχείριση δεδομένων/εγγράφων και της εταιρείας ή των πελατών αυτής.

κδ.  Η μη χρησιμοποίηση της προβλεπόμενης στολής ενδυμασίας εντός του χώρου εργασίας.

κε. Κάθε πράξη που συνιστά ατασθαλία στην διαχείριση σύμφωνα με την κρίση του Διευθύνοντος Συμβούλου και από την οποία απορρέει η απώλεια εμπιστοσύνης της εταιρίας προς τον εργαζόμενο.

κστ. Η συμμετοχή σε μη εξουσιοδοτημένες οικονομικές συναλλαγές εντός των εγκαταστάσεων της Εταιρείας.

κζ. Η παράλειψη αναφοράς απάτης ή υποψίας απάτης, αμέσως μόλις διαπιστωθεί ή υπάρχει υποψία.

κη. Η δωροληψία  ή δωροδοκία.

κθ.  Σοβαρές μορφές διακρίσεων που σχετίζονται με κάποιο προστατευόμενο χαρακτηριστικό (ηλικία, αναπηρία, αλλαγή φύλου, γάμο και συμβίωση, εγκυμοσύνη και μητρότητα, φυλή, θρησκεία ή πεποιθήσεις, φύλο και σεξουαλικό προσανατολισμό).

κι. Μη εξουσιοδοτημένη χρήση εταιρικών οχημάτων, υλικών, εξοπλισμού, εγκαταστάσεων ή εργασία για προσωπικούς σκοπούς ή/και που να αποσκοπεί σε προσωπικά κέρδη.

λ. Η σεξουαλική παρενόχληση στον εργασιακό χώρο.

λα. Το κάπνισμα σε χώρους που δεν επιτρέπεται.

λβ. H σωματική ή ψυχολογικής κακοποίηση ή «μείωση» εργαζομένων (bullying) στον εργασιακό χώρο

λγ. Η παραποίηση λογαριασμών-εξοδολογίου ή ψευδείς δηλώσεις (πχ απόδοση δαπανών, ψευδή στοιχεία καταγραφής χρόνου απασχόλησης, έξοδα μετακίνησης)

λδ. αναληθής αναφορά στοιχείων του εργαζόμενου στο βιογραφικό πρόσληψης.

λε. Η μη έγκαιρη έκδοση ή ανανέωση της απαιτούμενης άδειας εργασίας, πιστοποιητικών ή αδειοδότησης ή άδειας οδήγησης-χειρισμού μηχανημάτων (όπου απαιτείται).

 

  • Άρθρο 30 – Πειθαρχικές Ποινές

Οι επιβαλλόμενες στο προσωπικό πειθαρχικές ποινές είναι οι εξής:

α. Προφορική επίπληξη ή παρατήρηση , δηλ. η απλή υπόδειξη προς τον εργαζόμενο  του παραπτώματός του  με την σύσταση να μην επαναληφθεί .

β.  Έγγραφη επίπληξη , δηλ. η  υπόδειξη του παραπτώματος με επίπληξη λόγω των συνεπειών του συμβάντος στην ομαλή λειτουργία της Εταιρίας ή λόγω της παράβασης  των συμβατικών υποχρεώσεων του εργαζομένου.

γ. Πρόστιμο μέχρι ποσοστού 25% κατ΄ανώτατο όριο του ημερομισθίου ή του ημερήσιου μισθού.

δ. Υποχρεωτική αποχή από την εργασία (προσωρινή παύση) έως δέκα (10) ημερολογιακές ημέρες για κάθε ημερολογιακό έτος ,  κατά την διάρκεια της οποίας ο εργαζόμενος οφείλει ν απέχει από την άσκηση των καθηκόντων του  χωρίς να δικαιούται αποδοχών. Η διάρκεια της ποινής της προσωρινής παύσης  από την εργασία δεν θεωρείται χρόνος εργασίας ως προς τις μισθολογικές και λοιπές υπηρεσιακές συνέπειες. H ποινή της προσωρινής παύσης επιβάλλεται σε περίπτωση που ο μισθωτός υποπέσει σε σοβαρή πειθαρχική παράβαση, που διαταράσσει την σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ εργαζόμενου και Εταιρίας  και την ομαλή λειτουργία της ..

Η υποτροπή είναι η τέλεση διαφόρων πειθαρχικών παραπτωμάτων από τον ίδιο εργαζόμενο. Για την επιβολή οποιασδήποτε ποινής και προκειμένου να θεωρηθεί κάποιος εργαζόμενος υπότροπος, δεν λαμβάνονται υπόψη παραπτώματα για τα οποία έχει επιβληθεί η ίδια ή υποδεέστερη ποινή παλιότερα των έξι μηνών προκειμένου για την επιβολή της παρατήρησης, ενός (1) έτους προκειμένου για την επιβολή επίπληξης, δύο (2) ετών για την επιβολή προστίμου, τριών (3) ετών για την επιβολή της ποινής της υποχρεωτικής αποχής από την εργασία.

Οι πειθαρχικές ποινές επιμετρούνται ανάλογα με την βαρύτητα του παραπτώματος που διαπράχθηκε, αφού ληφθούν υπόψη η προσωπικότητα του κρινόμενου, οι συνέπειες που προκλήθηκαν, καθώς και οι συνθήκες κάτω από τις οποίες αυτό διαπράχθηκε.

Κανείς δεν διώκεται για δεύτερη φορά για το ίδιο πειθαρχικό παράπτωμα για το οποίο έχει ήδη κριθεί.

 

  • Άρθρο 31 – Σχέση Πειθαρχικού Παραπτώματος και Ποινής

Για κάθε πειθαρχικό παράπτωμα επιβάλλεται μία μόνο πειθαρχική ποινή.

Αν το πειθαρχικό όργανο επιλαμβάνεται για περισσότερα πειθαρχικά παραπτώματα με την πειθαρχική απόφαση επιβάλλεται μία μόνο ποινή σε κάθε υπάλληλο. Κατά την επιμέτρηση της ποινής αυτής λαμβάνεται υπόψη ο αριθμός και η βαρύτητα όλων των παραπτωμάτων.

Η υποτροπή αποτελεί ιδιαιτέρως επιβαρυντική περίπτωση για την επιμέτρηση της ποινής.

Κατά την επιβολή πειθαρχικής ποινής λαμβάνονται υπόψη και εφαρμόζονται ανάλογα οι γενικοί κανόνες και αρχές του ποινικού δικαίου και της ποινικής δικονομίας  (  απαγόρευση αναδρομής, λήψη υπ όψη ελαφρυντικών ή επιβαρυντικών  περιστάσεων ,  έμπρακτη μετάνοια , πραγματική ή νομική πλάνη κ.α)

 

  • Άρθρο 32 – Παραγραφή

Τα πειθαρχικά παραπτώματα παραγράφονται μετά από ένα (1) έτος από την ημέρα που έγιναν γνωστά στο όργανο που ασκεί την πειθαρχική δίωξη και πάντως μέσα σε δύο (2) έτη από το χρόνο που διαπράχτηκαν.

Εφόσον πρόκειται για πράξεις ή παραλείψεις που συνιστούν και ποινικά αδικήματα, οι παραπάνω προθεσμίες ορίζονται σε τρία (3) έτη. Ειδικότερα εφόσον πρόκειται για πράξεις ή παραλείψεις που συνιστούν αδικήματα με χαρακτήρα κακουργήματος, ο χρόνος παραγραφής είναι αυτός του αντίστοιχου ποινικού αδικήματος.

Η κλήση σε απολογία διακόπτει την παραγραφή. Στην περίπτωση αυτή, ο συνολικός χρόνος παραγραφής ως την έκδοση της πρωτοβάθμιας πειθαρχικής απόφασης δεν μπορεί να υπερβεί τα τρία (3) έτη.

Η παραγραφή του πειθαρχικού παραπτώματος διακόπτεται επίσης από την τέλεση νέου πειθαρχικού παραπτώματος, το οποίο αποσκοπεί στην απόκρυψη ή την παρεμπόδιση της πειθαρχικής δίωξης του πρώτου. Στην περίπτωση αυτή, το πρώτο παράπτωμα παραγράφεται όταν παραγραφεί το δεύτερο, εφόσον η παραγραφή του δεύτερου συντελείται σε χρόνο μεταγενέστερο της παραγραφής του πρώτου.

Δεν παραγράφεται το πειθαρχικό παράπτωμα για το οποίο εκδόθηκε πειθαρχική απόφαση που επιβάλλει πειθαρχική ποινή σε πρώτο βαθμό.

Οι πειθαρχικές ποινές επιβάλλονται στον εργαζόμενο που έχει υποπέσει σε παράπτωμα ανεξάρτητα από τις τυχόν ποινικές, αστικές και λοιπές ευθύνες που έχει αυτός έναντι της Εταιρίας ή έναντι τρίτων.

 

  • Άρθρο 33 – Πειθαρχική Διαδικασία

Την πειθαρχική εξουσία στο προσωπικό της εταιρείας ασκούν οι πειθαρχικώς προϊστάμενοι.

Πειθαρχικώς Προϊστάμενοι είναι :

Ο Διευθύνων Σύμβουλος  για όλο το προσωπικό της Εταιρίας

Ο Διευθυντής του τμήματος στο οποίο ανήκει ο εργαζόμενος που υπέπεσε στο παράπτωμα.

Αρμόδιος πειθαρχικώς προϊστάμενος – Επόπτης είναι εκείνος στον οποίο υπάγεται με οποιαδήποτε εργασιακή σχέση ή κατάσταση ο εργαζόμενος κατά τον χρόνο τέλεσης του παραπτώματος.

Οι πειθαρχικώς προϊστάμενοι – Επόπτες επιλαμβάνονται αυτεπαγγέλτως.

Αν ο πειθαρχικώς προϊστάμενος, ο οποίος έχει επιληφθεί, κρίνει ότι το παράπτωμα επισύρει ποινή ανώτερη της αρμοδιότητάς του, παραπέμπει την υπόθεση στον Διαχειριστή της εταιρείας.

Τις ποινές της προφορικής  και έγγραφης επίπληξης μπορούν να επιβάλλουν όλοι  οι πειθαρχικώς προϊστάμενοι. Την ποινή του προστίμου και τις υποχρεωτικής αποχής από την εργασία κατ’ ανώτατο όριο δέκα (10) ημερών μπορεί να επιβάλλει ο Διευθύνων Σύμβουλος.

 

  • Άρθρο 34 – Πειθαρχική Δίωξη – Κλήση σε απολογία

Η πειθαρχική δίωξη ασκείται με πρωτοβουλία του προϊσταμένου  της Διεύθυνσης στην οποία υπάγεται ο εργαζόμενος   που υπέπεσε στο πειθαρχικό παράπτωμα. Ο προϊστάμενος ενημερώνει γραπτώς ( με έντυπο αναφοράς ) το αρμόδιο πειθαρχικό όργανο για την υποψία τέλεσης  του πειθαρχικού παραπτώματος περιγράφοντας με σαφήνεια την αποδιδόμενη πράξη  καθώς και τον τόπο και χρόνο τέλεσής της.

Η πειθαρχική δίωξη του εργαζόμενου αρχίζει με την κλήση του σε απολογία από το πειθαρχικό όργανο . Καμία πειθαρχική ποινή δεν επιβάλλεται χωρίς την προηγούμενη έγγραφη κλήση σε απολογία του εργαζόμενου, στην οποία πρέπει ν αναφέρονται με σαφήνεια η αποδιδόμενη πράξη  καθώς και ο τόπος και χρόνος τέλεσής της.

Η κλήση σε απολογία κοινοποιείται στον εγκαλούμενο με απόδειξη και αν αυτός αρνείται να την παραλάβει βεβαιώνεται η άρνηση με την παρουσία ενός μάρτυρα-εργαζόμενου της εταιρία ή αποστέλλεται ηλεκτρονικά .

Στον  εγκαλούμενο τάσσεται   εύλογη κατά τις περιστάσεις προθεσμία , πάντως σε καμία περίπτωση μεγαλύτερη των 5 ημερολογιακών ημέρων   για να   υποβάλει  εγγράφως την απολογία του  , δικαιούμενος να προτείνει μάρτυρες για εξέταση. Στον εγκαλούμενο χορηγούνται  πλήρη αντίγραφα  από τον φάκελο της εναντίον του πειθαρχικής δίωξης , που συνδέονται άμεσα με το αποδιδόμενο αδίκημα  , σε εύλογο χρόνο πριν την απολογία του.

Ο καλούμενος σε απολογία έχει δικαίωμα να ζητήσει στην απολογία του εύλογη προθεσμία , πάντως σε καμία περίπτωση μεγαλύτερη των 5 ημερολογιακών ημέρων   ,  για να υποβάλει σχετικά έγγραφα στοιχεία. Ο χρόνος της προθεσμίας αυτής εναπόκειται στην κρίση του οργάνου που ασκεί την πειθαρχική δίωξη.

Η κλήση του εγκαλούμενου σε συμπληρωματική απολογία δεν αποκλείεται, εφόσον κριθεί αναγκαίο από τον ασκούντα την πειθαρχική δίωξη.

Η άρνηση ή μη εμπρόθεσμη υποβολή απολογίας δεν εμποδίζει την πρόοδο της πειθαρχικής διαδικασίας και την έκδοση απόφασης.

 

  • Άρθρο 35 – Πειθαρχική Απόφαση

Η πειθαρχική απόφαση αιτιολογείται πλήρως, διατυπώνεται εγγράφως και υπογράφεται από το όργανο που την εκδίδει.

Η πειθαρχική απόφαση κοινοποιείται στον πειθαρχικώς διωκόμενο εργαζόμενο και στο τμήμα Ανθρώπινου Δυναμικού για την καταχώρησή της στον ατομικό φάκελο του εργαζόμενου  εφόσον έχει γίνει τελεσίδικη.

 

  • Άρθρο 36 – Έφεση

Όλες οι επιβαλλόμενες από τον παρόντα κανονισμό ποινές είναι ανέκκλητες, εκτός από την ποινή της υποχρεωτικής αποχής για διάστημα μεγαλύτερο των τριών ημερών, κατά της οποίας επιτρέπεται έφεση η οποία ασκείται ενώπιον της Αρμόδιας Αρχής μέσα σε πέντε (5) ημέρες από την κοινοποίηση στον εργαζόμενο της απόφασης που επιβάλλει την ποινή

Η άσκηση έφεσης έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα.

 

  • Άρθρο 37 – Εκτέλεση των Πειθαρχικών Αποφάσεων

Το πρόστιμο παρακρατείται εφάπαξ από τις αποδοχές του πρώτου μετά την τελεσιδικία της απόφασης, μήνα και αποδίδεται αρμοδίως. Εφόσον λόγοι επιείκειας το απαιτούν είναι δυνατόν το όργανο που επιβάλλει την ποινή να αποφασίσει την τμηματική παρακράτηση του επιβληθέντος προστίμου μέχρι τρεις (3) μηνιαίες δόσεις.

Εφόσον τελεσιδικήσει η επιληφθείσα ποινή της υποχρεωτικής αποχής ο εργαζόμενος τίθεται εκτός υπηρεσίας από το χρόνο που κοινοποιείται η τελεσίδικη πειθαρχική απόφαση. Από το χρόνο αυτό περικόπτονται για την διάρκεια της υποχρεωτικής αποχής και οι αποδοχές του εργαζόμενου.

 

 

  1. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΔΕΚΑΤΟ – ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
    • Άρθρο 38 – Αξιολόγηση Προσωπικού

Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου ή του Διαχειριστή καθορίζεται το σύστημα αξιολόγησης προσωπικού.

Κατηγορίες Κριτηρίων Αξιολόγησης

Αξιολόγηση Συμπεριφοράς σε σχέση με Κρίσιμα Περιστατικά. Εστίαση στη συμπεριφορά του εργαζόμενου σε σχέση με την αποτελεσματικότητα Επιλογή κρίσιμων περιστατικών και γραπτή αξιολόγηση του τρόπου που αυτά αντιμετωπίστηκαν από τον εργαζόμενο
 

ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

 

1. Προσωπική εμφάνιση εν ώρα εργασίας
2. Τήρηση Διαδικασιών ΣΔ και Κανόνων Ασφάλειας στην Εργασία
3. Τήρηση Οδηγιών Εργασίας και Εσωτερικού Κανονισμού Εργασίας
4. Τήρηση Εχεμύθειας, Εμπιστευτικότητα, Επαγγελματική Δεοντολογία
5. Συνεργασία με Προϊσταμένους
6. Σχέσεις με Συναδέλφους
7. Ευγένεια με Πελάτες και προσωπικό και επισκέπτες πελατών
8. Λήψη Πρωτοβουλίας
9. Ενδιαφέρον για Πρόοδο / Ανέλιξη / Βελτίωση
10. Εγρήγορση/Ετοιμότητα/Ευαισθητοποίηση
 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ

 

1. Γνώση καθηκόντων, αρμοδιοτήτων και ευθυνών
2. Ορθή εκτέλεση Οδηγιών Εργασίας και Μεθόδων Εργασίας – Σχεδίων Ασφαλείας Έργων
3. Σταθερότητα στην Επίδοση-Μεταδοτικότητα-Τεχνική Επάρκεια
4. Τήρηση χρονοδιαγραμμάτων – Συνέπεια – Τήρηση ωραρίου εργασίας και βάρδιας
5. Αξιολόγηση από πελάτες μέσω Ερ/γίων Ικαν/σης

(ανάλογα με Θέση Εργασίας)

6. Ευρήματα από εφόδους Εποπτών Ασφαλείας
7. Ευρήματα Κάθετης Επιθεώρησης
8. Ανανέωση πιστοποιητικών και αδειών εργασίας

           1.Επίτευξη στόχων για το χρόνο που πέρασε

 

2.Απόδοση σε σύγκριση με την προηγούμενη αξιολόγηση:

 

£ Βελτίωση £Στασιμότητα  £ Μη Βελτίωση

 

3.Τομείς για βελτίωση, αναγκαία εκπαίδευση, χρονοδιάγραμμα

 

Η αξιολόγηση διενεργείται από τον άμεσο Προϊστάμενο βάση της κλίμακας  που ακολουθεί

 

ΚΛΙΜΑΚΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

 

  1. Μη ικανοποιητική – Δεν ανταποκρίνεται στην αναμενόμενη απόδοση. Αναμένεται/Απαιτείται σημαντική βελτίωση.
  2. Ικανοποιητική – Ανταποκρίνεται σχεδόν στην αναμενόμενη απόδοση.
  3. Υπερβαίνει απαιτήσεις θέσης – Ανταποκρίνεται σταθερά ή και ξεπερνά τις προσδοκίες και τα κριτήρια.
  4. Συστηματικά υπερβαίνει απαιτήσεις θέσης – Ξεπερνά κατά πολύ τις προσδοκίες και τα κριτήρια.

 

Κριτήρια Καθορισμού Αποδοχών

Εάν το αποτέλεσμα της αξιολόγησης είναι θετικό (απόδοση και επίτευξη στόχων όπως και προσπάθειας που ο εργαζόμενος καταβάλλει) δύναται να έχουμε :

1.Βελτιώσεις που αφορούν το περιεχόμενο της εργασίας

Συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων Μεγαλύτερος βαθμός υπευθυνότητας Ευκαιρίες προσωπικής βελτίωσης Μεγαλύτερος βαθμός εργασιακής αυτονομίας Περισσότερο ενδιαφέρουσα εργασία Ποικιλία δραστηριοτήτων

2.Βελτιώσεις που αφορούν τον εργαζόμενο

a.Άμεσα Οικονομικά Οφέλη

Βασικός μισθός ή ημερομίσθιο Υπερωριακή αμοιβή Εφ’ άπαξ πρόσθετη αμοιβή (Bonus) απόδοσης ή επίτευξης στόχων

b.Έμμεσα οικονομικά οφέλη

Προγράμματα Ασφάλισης Αμοιβή για Χρόνο Μη Εργασίας από Ασθένεια Άλλες Παροχές (π.χ. Αυτοκίνητο)

 

  • Άρθρο 39 – Καταργούμενες Διατάξεις

Από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού καταργούνται όλες οι αντίθετες, προς τους ανωτέρω προβλεπόμενους όρους, ρυθμίσεις.

 

  • Άρθρο 40 – Ισχύς του Κανονισμού

Η ισχύς του κανονισμού αρχίζει 10 ημέρες μετά από την ανάρτηση στο χώρο εργασίας και την αποστολή του στους ηλεκτρονικούς λογαριασμούς των εργαζομένων.

Ανεξάρτητα από όσα προβλέπονται από τον παρόντα Κανονισμό, η Διοίκηση της εταιρείας επιφυλάσσεται παντός νομίμου δικαιώματός της και ιδίως σε ότι αφορά την καταγγελία των συμβάσεων εργασίας των εργαζομένων. Η τυχόν μη εφαρμογή οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος Κανονισμού, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ως κατάργηση ή παραίτηση από την ισχύ του.

Νόμοι και διατάξεις που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό εφαρμόζονται ως έχουν , μέχρι την τροποποίηση ή αντικατάστασή τους. Σε περίπτωση που τροποποιηθούν ή αντικατασταθούν, ισχύουν οι νέες ρυθμίσεις.

Για την Εταιρία

Ο Νόμιμος Εκπρόσωπος